έχω κάποιον σ̌εσμένον
Φράση
Φράση
Περιφρονώ κάποιον, δεν τον υπολογίζω, τον έχω χεσμένο.
Παράδειγμα
Την έσ̌ει σ̌εσμένη τη μάνα του! Ας λαλεί ό,τι θέλει για την φιλενάδα του!
Περιφρονώ κάποιον, δεν τον υπολογίζω, τον έχω χεσμένο.
Την έσ̌ει σ̌εσμένη τη μάνα του! Ας λαλεί ό,τι θέλει για την φιλενάδα του!