δισπιρκώ
Ρήμα

δισπιρκώ

  1. Νιώθω δυσφορία από την πολλή ζέστη.


Παράδειγμα

Δυσπυρκώ με τόσα πολλά ρούχα που εφόρησα σήμερα. Τελικά εν πύρουλλος.

Παρατηρήσεις (γλωσσικές)

Χρησιμοποιείται και στον αόριστο με το "εδισπύρκασα".

 

Πηγές

image084

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.