επανορθωτική
[epanorθotiˈci]
Ουσιαστικό, θηλυκό

Η μεγάλη περιοχή του τερματοφύλακα στο ποδόσφαιρο.


Παράδειγμα

perioxi

Προέλευση

Ουσιαστικοποιήμενο επίθετο που προέρχεται από το παλαιότερο "επανορθωτική περιοχή" < γαλλ. surface de réparation.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.