ζαοθωρώ
[zːaoθoɾó]
Ρήμα

Στραβοκοιτάζω, κοιτάζω με τρόπο  που δείχνει περιφρόνηση, δυσαρέσκεια ή απειλή.


Παραδείγματα

- Εφκήκαμεν έξω με την κορούα μου τζ̌αι ήρτε ένας να της κολλήσει. Γυρίζω τζ̌αι εγώ τζ̌αι ζαοθωρώ τον, εξαφανίστηκε!!


- Έππεσα χαμαί τζ̌αι έπιασα τηλέφωνο τον παπά μου να έρτει να με βοηθήσει. Μόλις ήρτε λαλεί μου τι κάμνεις χαμαί; σηκώστου πάνω!
- Ζαοθωρώ τον τζ̌αι λαλώ του, αν εμπορούσα να σηκωστώ ήταν να σου τηλεφωνούσα;

398086_567115123315816_2040999282_n-


Προέλευση

Σύνθετη λέξη, από το ζαβά και θωρώ.

Πηγές

http://blogskepseon.blogspot.com.cy/2010/08/wanna-dance-with-somebody.html
http://enteleche1a.blogspot.com.cy/2008_03_01_archive.html

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.