κκουλάρω
Ρήμα

κουλλάρω

Ηρεμώ, χαλαρώνω.

Προέλευση

Δάνειο από το αγγ. cool 'άνετος, χαλαρός'.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.