κοψονούρης
Eπίθετο
Eπίθετο
(μτφ) Αυτός που στροφάρει, που είναι έξυπνος και ικανός.
Παράδειγμα
Άδε τι εσκέφτηκεν ο κοψονούρης, να κάμει αυτοκίνητο να τζ̌υλά με τον ήλιο!
Συνώνυμα:
θκιάολος
Αντώνυμα:
κούσβος, κολότζ̌ιν, εξίκης
(μτφ) Αυτός που στροφάρει, που είναι έξυπνος και ικανός.
Άδε τι εσκέφτηκεν ο κοψονούρης, να κάμει αυτοκίνητο να τζ̌υλά με τον ήλιο!