ξεραντζ̌ιάρηςEπίθετοΧαρακτηρισμός προσώπουΑυτός που είναι πολύ λεπτός. ΠαράδειγμαΜάνα μου έγινες τέλεια ξεραντζ̌ιάρης, εφανήκαν τα κόκκαλα σου. Συνώνυμα: καννί, πετσί τζ̌αι κόκκαλοΑντώνυμα: λόττα, βόρτος, βόρτισσα