παλάρω
[paláɾo]
Ρήμα
[paláɾo]
Ρήμα
Γκαζώνω, επιταχύνω.
Παραδείγματα
Επάλαρα του τζ̌αι ήρτα όσον πιο γλήορα εμπορούσα.
Θυμώνω, αγριεύω.
Παράδειγμα
Επάλαρες με τόσο πολλά που έννα σκεφτώ πολλά αν θα σου ξαναμιλήσω.
Συνώνυμα:
Πηγές
Γκαζώνω, επιταχύνω.
Επάλαρα του τζ̌αι ήρτα όσον πιο γλήορα εμπορούσα.
Θυμώνω, αγριεύω.
Επάλαρες με τόσο πολλά που έννα σκεφτώ πολλά αν θα σου ξαναμιλήσω.