τακκουρά η οκκά μου/σου...
Φράση

(πρχ) Δεν πάω καλά, έχω τρελαθεί.


Συνώνυμα:

Σημειώσεις

Η οκκά είσ̆εν 400 δράμια. Οι μπακκάλληες εζυγίζαν με την πιλάντζα. Στην μιαν πάντα εβάλλαν τα φασόλια, φρούτα, κλπ στην άλλην το ανάλογο μεταλλικό βάρος συνήθως σε σχήμα κυκλικό των 25, 50, 100 (οντζ̆ιά) 200 (μισή οκκά) τζ̆αι οκκά (400 δράμια). Κάποιοι επιτήδιοι μαννάβηδες/μπακκάληδες αφαιρούσαν μέταλλο που την κάτω επιφάνεια του βάρους της οκκάς με αποτέλεσμα να μεν ζυγίζει 400 δράμια, αλλά ας πούμεν 350, 360 κλπ. Ο πελάτης όμως επλήρωνεν για οκκά (400 δράμια). Που δαμαί επροέκυψεν η έκφραση "χάννει η οκκά του" ή "τακκουρά η οκκά του" (επειδή το παραποιημένο βάρος λόγω του ότι η κάτω επιφάνεια ήταν αλλοιωμένη εν εκάθετουν καλά μέσα στον δίσκον της πιλάντζας τζ̆αι "έπαιζεν", εττακκούραν). 

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.